Άρθρα

Κρυφή βία και η αναπαραγωγή της

Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε στις ειδήσεις γεγονότα έντονης βίας τόσο στους εφήβους όσο και στους ενήλικες. Καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία που αποσιωπούνται, εκβιασμοί που δε λαμβάνονται σοβαρά υπόψη, καταλήγοντας σε ανθρωποκτονίες και εφήβους φοβισμένους να δέχονται επιθέσεις από συνομήλικους τους. Και εμείς ως παρατηρητές βομβαρδιζόμαστε μέσα από μεγάλες οθόνες για τις προεκτάσεις της βίας και για το πόσο σκοτάδι υπάρχει τελικά εκεί έξω. Άλλους μας τρομοκρατεί η ιδέα και σκεφτόμαστε «Μα τι μπορώ να κάνω για να προφυλάξω το παιδί μου;» και άλλους μας φέρνει απλούς σχολιασμούς «Φταίει το κράτος, πάμε από το κακό στο χειρότερο».

Η βία είναι ένα φαινόμενο που θα πρέπει να βρει πόρτες ανοιχτές για να εμφανιστεί. Αυτό που θα πρέπει να γνωρίζουμε είναι πως η βία αναπαράγει την βία.Καλλιεργείται σιωπηλά και, πολλές φορές, αγνοείται μέχρι να είναι πολύ αργά. Το να κατανοήσουμε, όμως, ότι η βία δεν γεννιέται από το τίποτα είναι το πρώτο βήμα για να την αντιμετωπίσουμε.

Καταφύγιο της παιδικής και εφηβικής μας ηλικίας είναι η οικογένεια. Δε μιλάμε πάντα για οικογένειες στις οποίες υπάρχουν συγκρούσεις και σωματική κακοποίηση. Αλλά και σε οικογένειες που υπάρχουν μυστικά, η απουσία ουσιαστικής επικοινωνίας, οι συμμαχίες του γονέα έναντι του άλλου γονέα και η παραμέληση. Όταν λοιπόν αυτό το καταφύγιο μετατρέπεται σε «εμπόλεμη ζώνη» και το παιδί βιώνει καθημερινά μια μορφή καταπίεσης, είτε από το σπίτι είτε από τον περίγυρό του, σιγά σιγά μαθαίνει πως αυτός είναι ο τρόπος να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Και ακριβώς επειδή το παιδί έχει εσωτερικεύσει αυτή την εμπειρία σαν τρόπο επικοινωνίας, το μόνο που του μένει να κάνει είναι να θυμώσει, να επιτεθεί με σκοπό να ακουστεί. Αυτό δεν σημαίνει πως κάθε παιδί που ζει δύσκολες καταστάσεις θα γίνει βίαιο – σημαίνει όμως ότι η απουσία υποστήριξης, διαλόγου και ενσυναίσθησης ανοίγει δρόμους που οδηγούν εκεί. Στα εφόδιά του δεν θα έχει άλλο τρόπο να τα επικοινωνήσει, συνεχίζοντας διαγενεακά αυτό που δεν μπορούσαν να κάνουν οι φροντιστές τους.

Από την άλλη, ο κόσμος που ζούμε τροφοδοτεί τη βία. Τα παιδιά, από πολύ μικρή ηλικία, εκτίθενται σε εικόνες βίας – από τα μέσα ενημέρωσης, τα βιντεοπαιχνίδια, ακόμα και από τις καθημερινές μας συζητήσεις. Η εξοικείωση με αυτές τις εικόνες τους δίνει την εντύπωση ότι η επιθετικότητα είναι αποδεκτή ή ακόμα και αναπόφευκτη.

Το ερώτημα δεν πρέπει να περιορίζεται στο “Ποιος φταίει;”, αλλά στο “Πώς μπορούμε να προλάβουμε τη βία;”. Η απάντηση δεν είναι απλή, αλλά ξεκινάει από το να μιλήσουμε. Πρέπει να μιλήσουμε στα παιδιά και κυρίως να τα ακούσουμε. Ως γονείς/φροντιστές δε πρέπει να προσπαθούμε να κουκουλώνουμε και να μη θίγουμε ζητήματα βίας που εμφανίζονται στην κοινωνία. Να δίνουμε χώρο για γόνιμο διάλογο, επιτρέποντας στο παιδί να διερευνήσει τρόπους έκφρασης συναισθημάτων που δεν θα υπονομεύουν την ελευθερία του άλλου. Ένα παιδί που νιώθει ότι μπορεί να εκφράσει ελεύθερα τα συναισθήματά του, χωρίς φόβο κριτικής ή απόρριψης, έχει λιγότερες πιθανότητες να αναζητήσει άλλους, βίαιους τρόπους για να το κάνει. Οι γονείς πρέπει να μάθουν να ακούν πραγματικά. Όχι με κριτική διάθεση, όχι διακόπτοντας ή απορρίπτοντας τα προβλήματα των παιδιών τους ως «ασήμαντα», αλλά με υπομονή και ενσυναίσθηση.

Οι γονείς πρέπει να είναι αντικείμενο μίμησης για τα παιδιά. Τα παιδιά μαθαίνουν περισσότερο από αυτά που βλέπουν παρά από αυτά που τους λέμε. Για παράδειγμα, εάν μια μητέρα/ένας πατέρας μένει σε έναν δυστυχισμένο γάμο, υπομένοντας δύσκολες καταστάσεις και συγκρούσεις και την ίδια στιγμή ζητά από το παιδί να διεκδικεί και να υπερασπίζεται τον εαυτό του στις δυσκολίες, τι θα είναι αυτό που θα επικρατήσει; Πως θα μπορούσε το παιδί να το κάνει αν δεν το έχει μάθει; Όταν οι γονείς, από την άλλη,αντιμετωπίζουν τις δικές τους συγκρούσεις με σεβασμό, ηρεμία και διάθεση επίλυσης, τα παιδιά απορροφούν αυτό το πρότυπο.

Πολλές φορές τα παιδιά που δέχονται την βία, δεν θα μιλήσουν, θα ντρέπονται για αυτό που τους συμβαίνει και θα προσπαθήσουν να το καταπιούν. Μπορεί να σκέφτονται πως δεν θέλουν να στεναχωρήσουν τους δικούς τους ή πως κανείς δεν θα τους καταλάβει. Ποια είναι κάποια σημάδια που θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί;

– Έντονο στρες

– Άρνηση να πάει στο σχολείο

– Αλλαγές στην διατροφή (περιορισμένη λήψη τροφής ή υπερφαγικά επεισόδια, με σκοπό να καλυφθεί το συναισθηματικό κενό)

– Ανήσυχος ύπνος

– Παλινδρόμηση στην τουαλέτα

– Αλλαγές στην διάθεση

– Έλλειψη κινήτρου για δραστηριότητες που στο παρελθόν απολάμβανε

 

Οι γονείς δεν θα πρέπει να το θεωρούν «φυσιολογικό» ή να σκέφτονται «πως θα τους περάσει». Αντίθετα, πρέπει να δράσουν άμεσα και να αναζητήσουν βοήθεια αν χρειαστεί. Συζητήσεις με ειδικούς ψυχικής υγείας, μπορούν να βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση του τι συμβαίνει και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Η πρόληψη της βίας ξεκινά από το σπίτι. Δεν υπάρχει πιο ισχυρό εργαλείο από την αγάπη, την κατανόηση και τη στήριξη. Οι γονείς έχουν τη δύναμη να δημιουργήσουν νέα μονοπάτια για τα παιδιά τους, δίνοντας διαρκώς νέα ερεθίσματα -πιο φωτεινά- από εκείνα που προβάλλονται στις μπλε οθόνες, δημιουργώντας ένα πλαίσιο όπου η βία δεν θα είναι επιλογή.

 

Νικολέτα Μαργέλου, Ψυχολόγος Α.Π.Θ.

Συστημική Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια