Όλοι έχουμε στο μυαλό μας την κατάθλιψη ως υποτονικότητα και λύπη. Όμως η κατάθλιψη έχει περισσότερες από μία μορφές και είναι ιδιαίτερα ικανή να μας ξεγελάσει. Η θλίψη και η απογοήτευση είναι παρούσες πολλές φορές στα άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη, ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις που η θλίψη δεν αναφέρεται και το κενό της έρχεται να καλύψει το συναίσθημα πως “δεν με νοιάζει πια”.
Η απώλεια ενδιαφέροντος είναι πολύ συχνή στα παιδιά που πάσχουν από κατάθλιψη. Οι συνηθισμένες δραστηριότητες γίνονται πλέον αδιάφορες και δεν υπάρχει καμία άντληση ευχαρίστησης μέσα από αυτές.
Είναι σημαντικό να πούμε πως το άγχος μοιάζει περισσότερο με φόβο, ευερεθιστότητα, αίσθηση ότι κινδυνεύουμε και μπορεί ακόμη να μας φέρνει ιδρώτα, αίσθημα παλμών ή ταχυκαρδία. Πολύ συχνά η κατάθλιψη συνοδεύεται από διατάραξη του ύπνου και της όρεξής μας για φαγητό, είτε μειώνοντας, είτε αυξάνοντάς την.
Η κόπωση και η εξάντληση που νιώθουμε είναι μεγάλη και μπορεί να είναι εντονότερη στο ξεκίνημα της μέρας μας. Υπάρχει το αίσθημα πως έχουμε εξαντλήσει τα ψυχικά και σωματικά αποθέματα ενέργειάς μας. Η διάθεσή μας για σεξουαλική επαφή μειώνεται εξίσου. Παρόλο που σε πολλούς ανθρώπους που πάσχουν από κατάθλιψη παρατηρείται κάποια επιβράδυνση στη σκέψη, το λόγο, τις κινήσεις, το βλέμμα, υπάρχουν περιπτώσεις που εντονότερος είναι ο εκνευρισμός, η ανησυχία και η ένταση. Έτσι οι άνθρωποι αυτοί, οι οποίοι πολλές φορές είναι ηλικιωμένοι, κινούνται πάνω κάτω, κουνούν τα χέρια τους, τραβούν τα ρούχα τους και φωνάζουν ή παραπονιούνται πολύ έντονα. Την κατάθλιψη συνοδεύουν οι ενοχές, η σκέψη πως δεν αξίζουμε τίποτα, η δυσκολία να συγκεντρωθούμε και να θυμηθούμε πράγματα.
Πολλές φορές οι άνθρωποι καταφεύγουν σε παθολόγους και γενικούς γιατρούς για πλήθος σωματικών συμπτωμάτων, όπως πονοκέφαλος, πόνος στη μέση, κράμπες, ναυτία, εμετός, δυσκοιλιότητα, δυσκολία στην αναπνοή, πόνο στο στήθος κ.τ.λ., χωρίς όμως ο γιατρός να μπορέσει να τα αποδώσει κάπου μετά από μεγάλο αριθμό εξετάσεων. Λίγο-λίγο ρωτώντας και για άλλα συμπτώματα που σχετίζονται με την κατάθλιψη, αρχίζει και διαφαίνεται πλέον η λεγόμενη “καλυμμένη κατάθλιψη”.
Από τη στιγμή που θα υποψιαστούμε πως εμείς ή κάποιος κοντινός μας άνθρωπος έχει κατάθλιψη, το καλύτερο θα ήταν να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας (ψυχολόγο ή ψυχίατρο). Σε κάποιες μορφές κατάθλιψης η συνεργασία ψυχολόγου και ψυχιάτρου είναι απαραίτητη, ώστε να δοθεί μια σωστή φαρμακευτική αγωγή. Η φαρμακευτική αγωγή μάς επιτρέπει να ηρεμήσουμε από τα έντονα ή επικίνδυνα συμπτώματα και μας δίνει την ευκαιρία να δουλέψουμε με τον εαυτό μας.
Σταδιακά και ανάλογα με την πορεία της κατάθλιψης μπορούμε να μειώσουμε ή να σταματήσουμε τη φαρμακευτική αγωγή σε συνεργασία πάντα με τον ψυχίατρό μας. Σε ήπιες περιπτώσεις κατάθλιψης η φαρμακευτική αγωγή δεν είναι απαραίτητη, ωστόσο είναι σημαντικό να δουλέψουμε με τον εαυτό μας σε συνεργασία με κάποιον ειδικό (ψυχολόγο). Ο κάθε ειδικός δουλεύει με τον δικό του τρόπο και με βάση τη δική του θεραπευτική προσέγγιση. Προσωπικά, λοιπόν, θεωρώ πολύ σημαντικά τα εξής βήματα:
●Αναγνώριση περιβαλλοντικών παραγόντων και προσωπικών βιωμάτων που οδήγησαν το άτομο στην κατάθλιψη.
●Αναγνώριση αρνητικών σκέψεων και διαστρεβλώσεων που οδηγούν σε μια γενικότερη αρνητική στάση απέναντι στη ζωή και σταδιακή αλλαγή τους.
●Δημιουργία ενός οργανωμένου προγράμματος δραστηριοτήτων με ρεαλιστικούς στόχους. Ακόμη και αν δεν νιώθουμε ευχαρίστηση από μια δραστηριότητα, είναι σημαντικό να νιώσουμε ευχαρίστηση από το γεγονός ότι καταφέραμε να τη φέρουμε εις πέρας.
●Σταδιακή απομυθοποίηση των φόβων μας και της αίσθησης αδυναμίας ελέγχου της ζωής μας.
●Δημιουργία ενός προγράμματος δραστηριοτήτων επανένταξης στην κοινωνική συναναστροφή μας με άλλους ανθρώπους.
●Δημιουργία ενός συστήματος επιβράβευσης του εαυτού μας για κάθε πετυχημένη προσπάθεια, αλλά και ενός προσωπικού συστήματος χαλάρωσης από την πίεση και το άγχος της καθημερινότητας.
Η ψυχική μας υγεία είναι εξίσου σημαντική με τη σωματική και οφείλουμε να φροντίσουμε τον εαυτό μας περισσότερο από τον καθένα. Μια ψυχική διαταραχή δεν είναι στο μυαλό μας, ούτε πρόκειται να περάσει από μόνη της. Δεν είσαι μόνος, ζήτησε βοήθεια.
Τζίρκα Πηνελόπη, Ψυχολόγος