Ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε τα συναισθήματα των άλλων, να κατανοούμε πώς βιώνουν εκείνοι μια κατάσταση και να μπορούμε να ανταποκριθούμε στις συναισθηματικές ανάγκες των οικείων μας.
Λιγότερο ή περισσότερο, η ενσυναίσθηση είναι ένα χαρακτηριστικό που όλοι έχουμε μέσα μας από τη στιγμή που ερχόμαστε στον κόσμο. Το είδος της μητρικής φροντίδας, όμως, που θα λάβουμε θα καθορίσει αν θα αναπτύξουμε την ιδιότητα της ενσυναίσθησης μέσα μας ή θα την εξαλείψουμε.
Ένα μωρό που τα συναισθήματα του αναγνωρίζονται, αλλά και βρίσκουν ανταπόκριση, που κάθε δύσκολη στιγμή δέχεται αγάπη και κατανόηση, θα γίνει ένας ενήλικας που θα ενδιαφέρεται για τα συναισθήματα των γύρω του, που θα μπορεί να ανταποκριθεί στις συναισθηματικές ανάγκες των οικείων του.
Δεν μεγάλωσαν όλοι οι άνθρωποι, όμως, υπό αυτές τις συνθήκες. Υπάρχουν πάρα πολλές πραγματικά κακοποιητικές πρακτικές γονιών που πολλοί θα προσπερνούσαν με ένα “εε και τι θα πάθει το παιδί μωρέ”. Πολλά παιδιά έχουν μεγαλώσει επικρίνοντάς τα σε κάθε λάθος, δεχόμενα κοροϊδία ή επιθέσεις και χτυπώντας τα πού και πού για να μάθουν να ακούν, αφήνοντάς τα να κλάψουν έως ότου σταματήσουν από μόνα τους, νιώθοντας αβοήθητα ή με γονείς που πάντα προσπαθούσαν να τα χειριστούν προκαλώντας τους ενοχές, για να τα έχουν δίπλα τους και να δέχονται την υποστήριξη και την αγάπη τους. Αυτά τα παιδιά είναι οι σημερινοί ενήλικες.
Οι επιπτώσεις στη ζωή αυτών των ενηλίκων μπορεί να είναι πολλές και διαφορετικές για τον καθένα. Οι ενήλικες που δεν θα ρωτήσουν το σύζυγό ή τη σύζυγό τους αν χρειάζεται βοήθεια, που θα χτυπήσουν τον άντρα ή τη γυναίκα τους και τα παιδιά τους καμία φορά, που θα διατηρούν ακόμη σχέσεις εξάρτησης και ενοχής με τους γονείς τους, είναι μόνο μερικά παραδείγματα. Ας δούμε, λοιπόν, πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας να αναπτύξει το χαρακτηριστικό της ενσυναίσθησης:
● Προσπαθούμε να συνδεθούμε με το παιδί που υπάρχει μέσα μας, να αναβιώσουμε τραυματικές εμπειρίες, να παραδεχτούμε καταστάσεις που μας πλήγωσαν και μας έκαναν να απομακρυνθούμε από τα συναισθήματά μας.
● Προσπαθούμε να γίνουμε πιο ανοιχτοί στο να μοιραστούμε εμπειρίες και βιώματά μας με κοντινούς μας ανθρώπους.
● Προσπαθούμε κάθε φορά που προκύπτει ένα πρόβλημα να μοιραζόμαστε τα συναισθήματά μας γι’ αυτό και να ακούμε τα συναισθήματα των δικών μας ανθρώπων.
● Σκεφτόμαστε συχνά πώς θα θέλαμε οι δικοί μας άνθρωποι να φροντίζουν εμάς και προσπαθούμε να παρέχουμε τη φροντίδα αυτή και σε αυτούς.
● Προσπαθούμε να συζητήσουμε μαζί με τους δικούς μας ανθρώπους πριν πάρουμε αποφάσεις που αφορούν όλη την οικογένεια, ώστε να μπορούν όλοι να εκφράσουν τις σκέψεις τους.
Σε περίπτωση που συναναστρεφόμαστε ανθρώπους χωρίς ενσυναίσθηση απέναντι στις ανάγκες, τα προβλήματα και τα συναισθήματά μας, θα μπορούσαμε να βοηθηθούμε με τους εξής τρόπους:
● Δεν θεωρούμε αυτονόητο ότι οι γύρω μας αντιλαμβάνονται πάντα τις ανάγκες μας.
● Συζητάμε οτιδήποτε μας ενοχλεί και μας προβληματίζει ανοιχτά.
● Λέμε ξεκάθαρα ποιες είναι οι ανάγκες μας και πώς θα θέλαμε να μας βοηθήσει ο άλλος, τι θα θέλαμε να κάνει για εμάς.
● Δεν προσπαθούμε να δεχθούμε την κατανόηση του άλλου και τη φροντίδα του, εφαρμόζοντας τακτικές που προκαλούν ενοχές, προσπαθώντας να χειριστούμε κάποιον.
● Προσπαθούμε μέσα από τη συζήτηση να πάρουμε αποφάσεις από κοινού, συζητάμε ξεκάθαρα το πρόβλημά μας να επικοινωνήσουμε συναισθηματικά μαζί.
● Προσπαθούμε από κοινού να βρούμε τρόπους μέσα από τους οποίους η επικοινωνία μας θα μπορούσε να βελτιωθεί.
Κάθε περίπτωση ανθρώπου μπορεί να διαφέρει και καθένας από εμάς έχει διαφορετικές ανάγκες και βιώματα. Εάν αισθάνεσαι πως μόνος ή ακολουθώντας μερικές συμβουλές, δεν μπορείς να διαχειριστείς μια δύσκολη κατάσταση, μην διστάσεις να απευθυνθείς σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας.
Τζίρκα Πηνελόπη, Ψυχολόγος